Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009

Από μικρό και από τρελό, μαθαίνεις την αλήθεια...

Διαβάζοντας την ανάρτηση της Μαρίας, θυμήθηκα διάφορα κοσμητικά που μου έχει πετάξει(σε άψογη παναγιωτιδική γλώσσα) κατά καιρούς, ο γιόκας μου και πρώτα-πρώτα αυτό που άφησα στα σχόλια της παραπάνω ανάρτησης.
Κάποια φορά που τον μάλωσα μου είπε οτι είμαι παλιά μαμά.
(Ωχ, σκέφτομαι, με είπε παλιομαμά)
"Παλιομαμά; η μαμά σου;" γελάει και συμπληρώνει "Εσύ παλιά, εγώ νιούνιου (καινούριος).
Τώρα, μάλιστα. Ησύχασα! Δεν με είπε παλιομαμά με είπε παλιόγρια.

Άλλες φορές (αν δεν του κάνω κάποιο χατήρι)
"Είσαι κακιά μαμά"
"Είμαι κακιά; Τότε να φύγω να έρθει μια καλή μαμά"
"Όχι, μαμά. Αυτή θέλω ( εσένα θέλω) "
Το σκατιάρικο με αγαπάει!

Μερικές φορές τον πιέζω, να μου πει γιατί είναι στενοχωρημένος και η ευγενική απάντηση του Παναγιώτη:
"Κλείσε το στόμα σου, μαμά"*
Τώρα τι υπονοούσε; Οτι είμαι φλύαρη;
Και τι ήθελε να πει, ακριβώς; Σκάσε μαμά ή βούλωστο μαμά;

Ήταν τότε που μάθαινε τα αντίθετα, που με έκοψε με το μάτι και μου είπε "εσύ, είσαι κοντή, ο μπαμπάς είναι ψηλός"*, λες και δεν το ξέραμε (μήπως πρέπει να κρύψω τα σανδάλια και να ψάξω για τις γόβες μου;)!
Κάποιες στιγμές με παρατηρεί: "Μαμά, γιατί έχεις μεγάλη κοιλιά;"*
??????@@@@???^&9$2@@??????????????@@@????????????@@@???????????

"ΕΕΕ, όχι μικρέ μου δεν θα με φέρεις στα πρόθυρα του εγκεφαλικού! Όλα μπορώ να σου τα συγχωρήσω, αλλά όχι να με πεις και χοντρή" γιατί πλησιάζω στο να είμαι, στ΄ αλήθεια.

Εγώ, όπως κάθε παιδί, έβλεπα τη μητέρα μου σαν να ήταν η πιο όμορφη στο κόσμο και μένα πως με βλέπει το δικό μου παιδί; Παλιόγρια. Εντάξει, είμαι 44 και λοιπόν;
Κακιά. Εντάξει, μερικές φορές προσπαθώ να του βάλω όρια. Να μην; Φλύαρη. Μερικές φορές ναι, όχι πάντα.
Κοντή. Εντάξει, είμαι κάτω από 1,65 και πάνω από 1,60. Ελληνίδα είμαι, διάολε.
Με λέει και χαζή, αλλά αυτό δεν πιάνεται, γιατί αστειεύεται. Ή μήπως όχι;...
Αλλά χοντρή; Είμαι; Η ζυγαριά δείχνειιιι........................................ 70???
"Σάκηηηηηη, που είναι η ετήσια συνδρομή για το γυμναστήριο, που μου έκανες δώρο,
πριν έξι μήνες;"

Σύζυγος: Γιατί;
Εγώ: Γιατί ο Παναγιώτης μου είπε, οτι είμαι μια κακιά πολυλογού και κοντόχοντρη παλιόγρια.
Σύζυγος: Μα λένε τα παιδιά, ...τέτοιες αλήθειες;
Εγώ: Ναι, αν είναι παιδιά και Asp. Φεύγω για το γυμναστήριο... μήπως και περισώσω ότι απέμεινε από την εικόνα μου...."

...και επιτέλους πήγα Γυμναστήριο...!

...και πολύ το ευχαριστήθηκα...!!!

* μετάφραση από την Παναγιωτιδική

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

Γιάγιο Γιόγιο


Ευθυτενής, με εκφραστικές γκριμάτσες μεγάλου παιδιού, με αυτοπεποίθηση και ενθουσιασμό, πήγε την πρώτη μέρα στο σχολείο!
Νηπιαγωγείο!
Είναι μεγάλος τώρα και καμαρώνει!
Ακόμη και ο άχαρος περιβάλλων χώρος , του φαίνεται υπέροχος!

Και ερωτήσεις, όλη τη μέρα ερωτήσεις: Γιατί ετούτο, γιατί εκείνο, γιατί το άλλο;
Ποιός;
Πότε;
Πού;

Βλέπει το νερό στις λακκούβες του δρόμου.
Γιατί;
Του εξηγώ οτι τη νύχτα έβρεχε.

Επιστρέφει από το σχολείο, τρέχει ανοίγει τις μπαλκονόπορτες.
"Μαμά που είναι το γιάγιο γιόγιο;"
Ζητώ εξηγήσεις, "τρώγεται;"
Κατσουφιάζει.
"Παίζουμε με αυτό;"
Συννεφιάζει
"Το φοράμε;"
Θυμώνει, πιέζει το κεφάλι του πάνω μου.
Θέλει αγκαλιά.
Το παίρνω από την αρχή.
"Δείξε μου" του λέω.
Σηκώνεται απλώνει σε έκταση το ένα χέρι και κάμπτει το σώμα του προς αυτό.
"Γιάγιο γιόγιο" επαναλαμβάνει κλαίγοντας.
"Δεν καταλαβαίνω"
Ο Παναγιώτης χτυπιέται πάνω μου.
Κλαίει...
Παραιτείται...
Δεν προσπαθεί πια.
Ο μικρός γίγαντας κατέρρευσε στην αγκαλιά μου.
Προς το παρόν η αυτοπεποίθησή του πήγε περίπατο.
Και η δική μου.
Γιατί να μη μπορώ να καταλάβω τι μου λέει; ...
Τι μου λέει;

Αργότερα, πολύ αργότερα, κατά την έναρξη μιας ταινίας στη τηλεόραση, προβάλλεται το λογότυπο/σήμα της εταιρίας παραγωγής,
...ένα ουράνιο τόξο.
"Μαμάα, να το γιάγιο γιόγιο!
Είναι χαρούμενος!
Ένας μικρός χαρούμενος γίγαντας
Πάλι...
Ευτυχώς, πάλι!

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2009

Το νόστιμον ήμαρ και οι τελευταίες σελίδες από τα ημερολόγια καταστρώματος


Ενθαρρύνω τον παππού να φύγει για τετραήμερη εκδρομή στα Ιωάννινα. Προηγουμένως του υποσχέθηκα οτι θα φροντίζω εγώ για τις δουλειές του.

Πρωί-πρωί, ως άλλη Χάιντι, ταϊζω κότες, χήνες, κλώσσες (3) και κλωσσόπουλα, κουνέλια,
την κατσίκα και την προβατίνα. Να μη ξεχάσω και τον σκύλο! Ακολουθεί άλλη μια γείρα με τον κουβά (σίγλο, λέμε στη Ζάκυνθο) για να γεμίσω τις ποτίστρες με νερό. Το μεσημέρι μαζί με τα παιδιά μαζεύουμε τα αυγά από τις φωλιές. Ο Παναγιώτης έχει αρχίσει να τρώει τηγανητό αυγό και μάλιστα ολόκληρο με το ασπράδι. Παρατήρησα οτι του αρέσει να χρησιμοποιεί μαχαίρι και πηρούνι. Του έδωσα λοιπόν ένα μαχαιράκι για να κόβει το ασπράδι και αυτό ήταν.

Λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα, οι πρωινές δραστηριότητες επαναλαμβάνονται. Τάισμα, πότισμα, των ζωντανών. Μένει κάτι ακόμα... Πρέπει να αρμέξω την κατσίκα. Ωχ! Δεν θυμάμαι καθόλου την τεχνική. Γιατί, στο καλό μου, δεν είπα στον πατέρα μου να μου δείξει; Προσπαθώ, αλλά φοβάμαι μη τη πονέσω και μου δόσει καμιά με τα κέρατα. Παραιτούμαι. Αναλαμβάνει ο Πέτερ, εεε, ο Κώστας. Τα παιδιά τσιρίζουν από ενθουσιασμό όταν βλέπουν το γάλα να γεμίζει το δοχείο.
Μια κότα που καθόταν στη φωλιά, από τις πρώτες μέρες που ήρθαμε, έβγαλε τα τρία πρώτα κλωσσόπουλα.Η Διονυσία θέλει να τα σφίξει στην αγκαλιά της. Δεν την αφήνω. ''Είναι ντύντινο'' (επικύνδινο) εξηγεί ο Παναής.

Ο Παναγ. μου ζητά να του δείξω στο χάρτη που είναι τα ''Νάνινα''

Τα παιδιά έχουν επινοήσει ένα παιχνίδι και το παίζουν παντού. Ο Στέφανος είναι Ρομπότ και ο Παναγιώτης ο χειριστής ενός φανταστικού κοντρόλ. Χειρίζεται και κουνάει τα κουμπιά όπως στις παιδικές κονσόλες και δίνει προφορικές εντολές. Μπροστά- μπροστά, πίσω-πίσω, δεξιά κλπ. Σκοπός του είναι να οδηγήσει το ρομπότ πάνω σε εμπόδια και αδιέξοδα, και να του λέει μπροστά-μπροστά. Οι κωμικά απέλπιδες προσπάθειές του να προχωρήσει και να διαπεράσει κάποιον τοίχο, τα κάνει να ξεκαρδίζονται. Ο Στέφανος είναι ταλεντάρα στην υποκριτική! Οι ρόλοι εναλλάσσονται.

Ο παππούς επέστρεψε από τα Ιωάννινα αρκετά κουρασμένος και ταλαιπωρημένος. Τώρα έχει άλλες έγνοιες. Σε λίγες μέρες αρχίζει ο Τρύγος της Σταφίδας.

Μαζί με τη Διονυσία, βάφουμε τα νύχια μας και ντυνόμαστε πριγκίπισσες για να υποδεχτούμε τον μπαμπά της και καλό μου.

Η Φλώρα, η μικρή άσπρη γάτα με τα γαλάζια μάτια, δεν ενεφανίσθη για φαγητό.

Ο Παναγιώτης έχει οικειοθελώς αναλλάβει κάποιες δουλίτσες. Με έναυσμα τον βασιλικό που φυτέψαμε μαζί, ποτίζει και όλα τα υπόλοιπα φυτά. Καθαρίζει τις αυλές από τα άδεια μπουκάλια νερού και καθημερινά, μετά τη θάλασσα, ξεπλένει με νερό τα μαγιό όλων μας.
Έχει μια εμμονή με το νερό, σαπουνίζει με τις ώρες τα χέρια του και όχι από έγνοια για την καθαριότητα, όσο για να το βλέπει να πέφτει μέσα στο σιφόν. Εμμονή που προσανατολίστηκε σε πρακτικούς και αποδεκτούς στόχους/τρόπους.

Δύο βούλγαροι εργάτες. Για μία βδομάδα ετοιμάζω φαγητό για οχτώ άτομα. Καθημερινά.

Δεν θέλω να θυμάμαι τίποτα απο΄Λογοθεραπείες, Εργοθεραπείες, βούρτσες και Αυτισμό.
Όμως δεν μπορώ να μη θυμηθώ την Grandin Temple, όταν ο Παναγιώτης μπαίνοντας στη θάλασσα και βλέποντας μπροστά του να επιπλέουν φύκια, μου ζήτησε να τον πάρω αγκαλιά ''γιατί η πόρτα είναι κλειστή''

Η Φλώρα αγνοείται.
Τα παιδιά την ψάχνουν. Ο Μπαλού κλαίει. Την ψάχνει.

Ο παππούς στα νειάτα του είχε εννέα άλογα. Κάποιο από αυτά ήταν πολύ άγριο! Τα παιδιά έχουν μαγευτεί από την ιστορία του άγριου αλόγου. ''Και μετά παππού; Τι έγινε το άλογο;''
Το άγριο άλογο πουλήθηκε σε κάποιον από τα βουνά. Ο Παναγιώτης ψάχνει με αγωνία και δέος μέσα στον πίνακα του σαλονιού, που εικονίζει ένα δάσος με μικρούς
καταρράκτες, μήπως και δει το άγριο άλογο του παππού του. ''Εδώ, πήγε το άλογο; Εδώ, πήγε;''*

Στη θάλασσα, κουνάμε χεράκια, ποδαράκια. Με την σιγουριά του σωσίβιου, κολυμπάμε στα βαθιά.

Με τη Μαρίνα, την κολλητή, έχουμε εξόδου. Πάμε στη συναυλία Ηρώ-Λουδάρος (κρίμα που δεν πήγαμε και στου Μπρέκοβιτσ). Ο μπαμπάς ψηχαγωγεί τα τέκνα σε θερινό παιδότοπο. Κατά την επιστροφή, μπερδεύεται και χάνει το δρόμο για το σπίτι (τουλάχιστον προσπάθησε) αλλά ο Παναγιώτης ως άλλο GPS, του δείχνει την σωστή κατεύθυνση
.

Στο κοιμητήριο, ανάψαμε ένα καντηλάκι για τη γιαγιά. ''Τόσοι πολλοί άνθρωποι στις τρύπες;'' αναρωτιέται ο Παν. Μετά το χρυσόψαρο και τον μικρό ατσάραντο, κάτι έχει αρχίσει να ψυχανεμίζεται για τη ζωή και το θάνατο.

Δέκα μέρες μετά, και ο Μπαλού ακόμη ψάχνει την Φλώρα... και τα
παιδιά το ίδιο....

Αύριο έρχεται ο θείος τους ο Νίκος για διακοπές. Ενημερώνω τους ενδιαφερόμενους. ''Ποιός Νίκος; Ο φίλος μου;''* Ναι, έχει ένα φίλο Νίκο!
Ο Στέφανος όσο εύκολα μπορεί να σε κάνει να γελάσεις, άλλο τόσο εύκολα μπορεί να σου ανεβάσει το αίμα στο κεφάλι. Άν τα παιδιά κλαίνε, τα πειράζει και τα φοβίζει ο ....Στέφανος. Αν τα παιδιά γελάνε, κάνει ζημιές και βλακείες ο ...Στέφανος.

Ο Παναγιώτης προσπαθεί να πει κάτι. ''Μπ...αααα....γιιιαααα'' Σύμφωνο, παρατεταμένο φωνήεν, σύμφωνο, παρατεταμένο φωνήεν. ''Σταμάτα, δεν μπορώ να σε ακούω'', φωνασκεί ο Στεφ. ''Είμαι dvd που χάλασε!'' έκπληκτος για την ενόχλησή του ο Παν.

Ο ντροπαλός και άγριος Μπαλού, σιγά-σιγά έρχεται και τρίβεται στα πόδια μου και η ουρά του σαν κισσός τυλίγεται! Δέχεται να τον χαϊδέψω. Η Φλώρα...δεν νομίζω οτι θα επιστρέψει ποτέ...

Ο Παναγ. έχει μάθει να χρησιμοποιεί την έκφραση ''τελείωνε'' και καθώς τον σκουπίζω ακούω το αγανακτισμένο ''Τελείωνε Μαμά, δεν έχω χρόνο"*

Αγοράσαμε καινούριο ψαράκι, έναν μονομάχο. Τον φυγαδεύσαμε με τον μπαμπά στην Αθήνα. Η τακτική/moto, του εδώ στρατοπέδου είναι ''δεν κρατάμε αιχμαλώτους''

Τέλος εποχής...είμαστε οι τελευταίοι που έμειναν
στο αστρόπλοιο! Ετοιμαζόμαστε για το νόστιμον ήμαρ. Προορισμός μας, ...το φεγγάρι (εκτός και αν βρεθούμε σε λάθος πλανήτη). Το επόμενο καλοκαίρι θα επιστρέψουμε στη Γη, τη γη των προγόνων μας. Zante!
Πέφτουμε για ύπνο, χειμέριο, κρυογονικό. ''Καληνύχτα μαμά, θα μου λείψεις...'' η Διονυσία.
''Όνειρα γλυκά''* ο Παναγιώτης. Φιλί!


*μετάφραση από παναγιωτιδικά

Η προσελήνωση ήταν σχετικά ομαλή..., για τα παιδιά. Εγώ γιατί έχω την αίσθηση οτι μου λείπουν διακοπές;
Τον αγιασμό δεν τον προλάβαμε (λόγω κρυογονικού ύπνου, αργήσαμε να ξυπνήσουμε). Το περιβάλλον της τάξης, ειδικά ο μεγάλος επίτοιχος χάρτης, μας κέντρισε το ενδιαφέρον.
Με συγκρατημένη αισιοδοξία...

Καλή σχολική χρονιά!



Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2009

Ημερολόγια καταστρώματος, ...η συνέχεια

Η εργοθεραπεύτρια μας σύστησε πολύ κολύμπι για να δυναμώσει ο κορμός του Παναγιώτη και πρότεινε να του πάρουμε πατίνι, ώστε να βελτιωθεί η ισορροπία του. Η Διονυσία έχει πατίνι με τρείς ρόδες και ο Παν. δεν τολμά να ανέβει, φοβάται. Ωστόσο ζητά από τον μπαμπά του να του φέρει πατίνι με γκορμίτι, το οποίο όμως, έχει μόνο δύο ρόδες. Εδώ φοβάται να ανέβει στις τρεις πως θα τα καταφέρει με τις δύο; (προβληματισμός του μπαμπά). Επιμένω στο πατίνι γκορμίτι με τις δύο ρόδες. Γκορμίτι θέλει , γκορμίτι θα πάρει. Απίστευτη η χαρά του! Το πήρε και έφυγε! Σιγά- σιγά στην αρχή, για να καταλήξει, τώρα πια, σε αγώνες δρόμου με τον Στέφανο.

Ο παππούς έχει πρόβλημα με τη μέση, κάνει φυσιοθεραπείες, ακολουθεί κάποια φαρμακευτική αγωγή, αλλά αποτέλεσμα δεν βλέπει γιατί δεν κάνει το σημαντικότερο. Δεν ξεκουράζεται. Κάποιο απογευματάκι ετοιμάζεται να πάει στο χτήμα να κόψει τις ντομάτες. Δεν τον αφήνω και αποφασίζω να πάω εγώ με τα παιδιά. Τα μικρά ενθουσιάζονται με την διαδικασία. Επιστρέφουμε στο σπίτι και το καθένα τους κρατάει από ένα τοματάκι. Λίγο αργότερα μιλάνε με το μπαμπά τους στο τηλέφωνο. Τον ενημερώνουν για τη συγκομιδή τους. Και τα δύο φέρνουν το τοματάκι κοντά στο ακουστικό για να το δει ο μπαμπάς. Δεν έχουν ακόμη κατανοήσει οτι ο ομιλών από την άλλη άκρη της γραμμής δεν βλέπει παρά μόνο ακούει.

Όλο το χειμώνα ήθελα να πάω να δω ''Το θαύμα της Άννι Σάλιβαν'' και δεν τα κατάφερα. Μου δόθηκε η ευκαιρία στη Ζάκυνθο και έσπευσα μαζί με τα παιδιά μου. Εντυπωσιάστηκαν! Σε κάθε πράξη, σε κάθε σκηνή που έπεφταν χειροκροτήματα, χειροκροτούσαν και αυτά. Μερικές μέρες αργότερα παρακολουθήσαμε την ''Χιονάτη με τους εφτά ψηλούς νάνους''. Της Διονυσίας της άρεσε, του Παν. όχι. Προτιμούσε να δει ξανά την Έλεν Κέλερ.

Την επομένη αποφασίσαμε να ανεβάσουμε το δικό μας θεατρικό, ''Η Κοκκινοσκουφίτσα και ο κακός ο Λύκος''. Στην διανομή των ρόλων περίμενα γκρίνια. Η γκρίνια υπήρξε πράγματι, αλλά για αντίθετους λόγους από αυτούς που φανταζόμουν. Ο Παν. δεν ήθελε πρωταγωνιστικό ρόλο. Δεν ήθελε να κάνει τον Λύκο, γιατί είναι κακός, δεν ήθελε τον Κυνηγό, γιατί κρατάει όπλο, την Κοκκινοσκουφίτσα ή τη γιαγιά όχι, γιατί της τρώει ο λύκος και φοβάται. Αποφασίσαμε να κάνει τη μαμά της Κοκκινοσκουφίτσας, ο Στέφανος την Κοκκινοσκουφίτσα, η Διονυσία τον Λύκο και η μικρή Διονυσία, η ξαδερφούλα τους, τη γιαγιά και εγώ τον κυνηγό. Ζωγραφίσαμε μία αφισσέτα για να ενημερώσουμε τη γειτονιά για την παράσταση και ορίσαμε τιμή εισιτηρίου 1Ε. Κάναμε πρόβες. Ξεπεράσαμε σχετικά επιτυχώς τη βεντέτα μεταξύ Διονυσίας και Διονυσίας (η μία που έκανε τη γιαγιά, δεν ήθελε να δώσει το κοστούμι στην άλλη που έκανε το λύκο).

Βραδάκι, μπροστά σε κοινό 8-10 ατόμων, δόθηκε η παράσταση. Ο Στέφανος στο ρόλο της Κοκκινοσκουφίτσης, έδωσε ρέστα. Αυτό το παιδί έχει ταλέντο! Ο καυγάς μεταξύ των κοριτσιών δεν αποφεύχθη (αυτά έχει η συνεργασία με ντίβες, τι να κάνουμε). Ευτυχώς το κοινό έδειξε κατανόηση και δεν μας πέταξε λεμονόκουπες. Η παράσταση βιντεοσκοπήθηκε (μπορεί να μας τη ζητήσει κανένα κανάλι, που ξέρεις;) Τα έσοδα από τα εισιτήρια καταναλώθηκαν σε παγωτά.

Στην παραλία που συχνάζουμε με τον παππού, παρατηρώ ένα αγόρι γύρω στα 8 με 10 χρονών που έχει απομονωθεί και παίζει μόνο του μέσα στη θάλασσα, μακριά από τα συνομήληκα μέλη της οικογένειάς του. Δεν θα έδινα σημασία, αλλά το άκουσα να μονολογεί και να διανθίζει τον μονόλογό του με ακατάληπτο και μονότονο μουρμουρητό. Η μητέρα του το φωνάζει, να βγει έξω. Το αγόρι βγαίνει και ζητά να ουρήσει. Η μητέρα του το οδηγεί ξανά πίσω στη θάλασσα. Το αγόρι, σηκώνεται όρθιο, κατεβάζει το μαγιό και ουρεί σε κοινή θέα όλων. Μια ''κεραία'' έχει αρχίσει να ανορθώνεται. Το αγόρι πιθανόν δεν έχει τυπική ανάπτυξη. Θυμάμαι ότι το προηγούμενο καλοκαίρι, σε ανάλογη περίπτωση το ίδιο έκανε και ο Παναγιώτης. Φέτος όμως όχι! Μόλις εχθές, καθώς ήμασταν στο Μαραθονήσι, ο Παναγιώτης βγήκε από τη θάλασσα ζητώντας να κάνει τσίσα. Του έδειξα ένα σημείο που δεν ήταν ορατό από τους υπόλοιπους λουόμενους παρά μόνο από τη δική μας παρέα. Προτίμησε να πάει πίσω από ένα βράχο που δεν τον έβλεπε κανείς. ''Πάω τσει, μη πέπει ένα πάπωπο'' (πάω εκεί να μη με βλέπει ένας άνθρωπος). Χάρηκα που άρχισε να καταλαβαίνει κάποιες από τις κοινωνικές συμβάσεις και να τις λαμβάνει υπόψη.

Ο Ρόκος, ο μικρός ατσάραντος, σήμερα μας εντυπωσίασε με το πλούσιο ρεπερτοριό του, όλη μέρα έδινε ρεσιτάλ. Η Φλώρα παίζει με τα παιδιά. Της πετάνε καπάκια μπουκαλιών και μπαλάκια. Τρελαίνεται να τα κυνηγάει. Ο Μπαλού, φοβητσιάρης και άγριος, είναι κρυμμένος όλη μέρα κάτω από τον καναπέ ή πάνω στην κληματαριά.

Τα μεσημέρια, λίγο πριν φύγουμε για τη θάλασσα, τα παιδιά είναι κουρασμένα, βαριούνται τα παιχνίδια, το dvd και μη θέλοντας να κοιμηθούν αρχίζουν να τσακώνονται και να γκρινιάζουν. Προσπαθώ να τους κεντρίσω το ενδιαφέρον δείχνοντάς τους κάποια από τα παιχνίδια που παίζαμε εμείς παιδιά. Πεντόβολα, τριόδα, κουτσό (γκιούστρο το λέγαμε), και άλλα. Ο Στέφανος ενθουσιάζεται. Ειδικά με τα κινητικά παιχνίδια. Τα δικά μου, στα κινητικά δεν τα καταφέρνουν. Πρέπει να σκεφτώ ένα παιχνίδι κοινού ενδιαφέροντος. Τους δείχνω το ''στρατιωτάκια, ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα''
Bingo! Tα ''στρατιωτάκια'' έγινε το αγαπημένο τους. Όπου βρεθούν, μα στη θάλασσα, μα στο αυτοκίνητο, μα οπουδήποτε, παίζουν στρατιωτάκια. Τα πιο αστεία συμπλέγματα, οι πιο αστείες γκριμάτσες. Γελάμε όλοι. Ο Παναγιώτης αντί του ''στρατιωτάκια, ακούνητα, ...κλπ'' λέει ''πίτσα, πίτσα, πίτσα''

Απόγευμα στη θάλασσα, ο Παν. θέλει τσίσα. Ο Στέφανος του λέει οτι μπορεί να κάνει μέσα στη θάλασσα. Ο Παν. μένει μέσα στο νερό και κάνει τσίσα, αφού προηγουμένως έβγαλε από το πλάι τη ''τσουτσού'' του για να μη λερώσει το μαγιό με κατρουλιό; για να μη βρέξει το ήδη βρεγμένο; Άγνωστο. Τις προάλλες βιάστηκα να χαρώ, αλλά τουλάχιστον προσέχει να μην είναι σε κοινή θέα.

Τα παιδιά παίζουν κρυφτό. Τα φυλάει ο Στέφανος. Ο Παν. στη κρυψώνα του έχει ξεραθεί στο γέλιο. Ο Στ. τον βρίσκει. Αναρωτιέται δυνατά που να είναι η Διονυσία... και η Διονυσία από την κρυψώνα της... ''Εγιώ είμαι''

Σήμερα το πρωί δεν άκουσα τον Ρόκο. Κοιτάζω στο κλουβί. Ο Ρόκο έχει κοκαλώσει. Μα γιατί; Χθες το βράδυ ήταν μια χαρά. Νερό, φαγητό, είχε.
''Δεν είχε φαγητό'' λέει η Βάσω, αυτό που έβλεπα εγώ στην ταϊστρα, ήταν μόνο οι φλοιοί των σπόρων και όχι ο καρπός.
Νοιώθω απαίσια. Χάλια. Δεν πρόκειται να ξαναασχοληθώ με ζωάκια.

Τον θάψαμε με τιμές, δίπλα στο χρυσόψαρο. Τα παιδιά αναρωτιούνται αν ο Ρόκο και το Χρυσόψαρο γίνουν λουλούδια.
Ναί, τους απάντησα και δεν τους είπα ψέμματα!

Στο επόμενο post η συνέχεια...

Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

Ημερολόγια καταστρώματος

Άπό τη πρώτη στιγμή που φτάσαμε στο νησί, η απορία του Στέφανου ήταν πότε θα αρχίσει ο Παναγιώτης να μιλάει κανονικά, πότε θα μεγαλώσει. Χρειάστηκε να κάνω τον διερμηνέα μερικές φορές. Τώρα πλέον ζητώ εγώ από τον Στέφανο να μου μεταφράσει τα λόγια του αγοριού μου. Περνούν πολλές ώρες μαζί, χωρίζουν μόνο για τον ύπνο και αυτό όχι πάντα.

Το πρόβλημα του ''εγώ πρώτος εσύ τελευταίος'' παραμένει. Κάποιο βραδάκι παίζαμε uno (κάρτα μία), αφού προηγουμένως είχα διευκρινίσει οτι πότε θα κερδίζει ο Παναγιώτης, πότε η Διονυσία, πότε ο Στέφανος. Όλα πήγαν καλά. Καμιά διένεξη. Το παιχνίδι τελείωσε με τον Στέφανο πρώτο, τον Παναγιώτη δεύτερο και τη Διονυσία τρίτη και καταϊδρωμένη. Ο Παν. δεν αντέδρασε φάνηκε να το αποδέχτηκε. Αργοτέρα καθώς τα ετοίμαζα για ύπνο μου λέει: ''Μαμάαα, Τέτανο ντύο'' ''Τί δύο ο Στέφανος'' ρωτάω ''Ντύο'' και μου δείχνει δύο δαχτυλάκια του για να συμπληρώσει αριθμώντας με τα δάχτυλα πάντα...'' Εγώ Ντόντη νένα, Τέτανο ντύο ε Γία τία, μαμά ντύο Τέτανο νέναι;'' Ε, τώρα αφού κανένα από τα άλλα παιδιά δεν ήταν μπροστά, του επιβεβαίωσα το αποτέλεσμα που τον ικανοποιούσε. ''Ναι, ο Στέφανος ήρθε δεύτερος'' Κάτι μου έλεγε οτι δεν έκανα σωστά, αλλά πού κουράγιο μες στα μεσάνυχτα για φωνές και κλάματα; Ρώτησε με τόση αγωνία που αν του το χάλαγα σίγουρα θα είχε εφιάλτες στον ύπνο του. Και ποίος θέλει το παιδί του να έχει εφιάλτες;

Το χρυσόψαρό μας, που εδώ και 18 μήνες στις πολυήμερες διακοπές μας ακολουθεί, απεβίωσε. Δεν ξέρω αν ήταν από ζέστη ή από μάτι (δεν πιστεύω στο μάτι, αλλά...πάλι δεν ξέρω ίσως για τα ψαράκια να ισχύει). Του κάναμε βασιλική κηδεία. Το θάψαμε κάτω από τη σκιά της ελιάς. Κάθε φορά που περνούσαμε από εκεί τα παιδιά θυμόντουσαν το ψάρι.

Στο πατρικό δεν είμαστε οι μοναδικοί ένοικοι, υποψιάζομαι οτι κάποια ποντικοοικογένεια συγκατοικεί μαζί μας. Έβαλα κόλλες και πιάστηκαν δύο μέλη της. Δεν θέλω να ξέρω ποιά ήταν η τύχη τους, ανέλαβε ο παππούς, που μη βλέποντας καλά νόμιζε οτι πιάστηκαν σαμιαμίθια (έτσι εξηγείται γιατί έκαναν κατάληψη στο σπίτι). Υπάρχουν κι άλλα, τα ακούω το βράδυ να ροκανίζουν το ξύλο της ντουλάπας. Οι έρευνες άκαρπες.΄Έχω τρία βράδυα να κοιμηθώ. Νοσταλγώ το διαμέρισμά μου στην Αθήνα. Λέω τον πόνο μου στην Αθηνά. Το ίδιο απόγευμα μου φέρνει δύο γατάκια. Ο ασπρόμαυρος Μπαλού και η χαδιάρα Φλώρα. Κατάλευκη και γαλανομάτα. Τα παιδιά έγιναν νονοί και διάλεξαν τα ονόματά τους.

Το προηγούμενο καλοκαίρι κάτω από τη σκιά των δέντρων είχαμε στήσει ένα σχολείο για ζωγραφική, προγραφικές ασκήσεις, ανάγνωση παραμυθιών κλπ. Φέτος η διάθεσή μου δεν είναι και η καλύτερη. Tο safari topi με έχει ρίξει.
Τα αγόρια νοστάλγησαν το σχολείο (απροσδιόριστο για ποιό ακριβώς). Ένα ολόκληρο πρωινό καθάριζαν το χώρο από χόρτα πέτρες και σκουπίδια. Έστησαν τα τραπεζάκια. Αγόρια και Διονυσία κάνουν τις ασκήσεις τους με διάθεση και φυσικά μετά ντύνονται πειρατές και με οδηγό τον χάρτη, ψάχνουν για το θησαυρό που τους έχω κρύψει.

''Ντύνονται πειρατές'' και θυμήθηκα την δυσκολία του Παν. στα ρούχα. Εδώ στο νησί κανένα πρόβλημα. Και τα αθλητικά ρούχα του Ροναλντίνιο φόρεσε για να παίξει μπάλα. Και το μπλουζάκι με τον Wall.e και τα φετινά πέδιλα. (αυτά που αναφέρω όχι να τα φορέσει, ούτε να τα βλέπει δεν ήθελε).

Φαίνεται οτι οι γάτες κάνουν δουλειά. Ούτε ήχος, ούτε ίχνος από την ποντικοοικογένεια.

Ο Παναγιώτης για να μιλήσει στο τηλέφωνο, έπρεπε να βάζω ανοιχτή ακρόαση. Τώρα πλέον, τουλάχιστον με το μπαμπά, μιλάει πρόθυμα και χωρίς. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ζητάει να τον πάρουμε τηλέφωνο γιατί θέλει να του μιλήσει (Συνήθως για να ζητήσει να του φέρει κάτι, π.χ. πατίνι γκορμίτι) και για πρώτη φορά στα χρονικά, σηκώνει το ακουστικό κάθε φορά που μας καλεί κάποιος. Και να τι άκουσα μία πρωϊα που δεν πρόλαβα να σηκώσω το ακουστικό.
''Μαμά, επάπαι''
''....''
''Ναι, τάτο Κόκα''
''...''
''Όχι ''
''...''
''τιιι, νίνε τιά, μαμά μπίμπεμπε ποού τιά''

Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο μπαμπάς του και ο γιός μας τον ενημέρωσε οτι κοιμάμαι, οτι ναι πηγαίνουμε για μπάνιο και μάλιστα με το σκάφος του Κώστα και αυτός (ο Παν.) δεν κολύμπησε γιατί ήταν βαθιά , αλλά η μαμά κολύμπησε πολύ βαθιά.

Πήγαμε μια βόλτα στο χτήμα. Έψαχνα για ένα δεντράκι που είχα φυτέψει, όταν ανάμεσα στα χαμόκλαδα άκουσα ένα φτερούγισμα. Ναι, κάτι φτερωτό είχε μπερδευτεί εκεί μέσα. Ένα μικρό πουλάκι, ένας ατσάραντος, προσπαθούσε να πετάξει. Κοίταξα τριγύρω. Δεν υπήρχε κανένα δέντρο που να έχει φωλιά στα κλαδιά του. Ήταν πληγωμένο στο στήθος. Το πήραμε στο σπίτι και το φροντίσαμε. Τα παιδιά το βάφτισαν Ρόκο. Θα τον κρατήσουμε μέχρι να φύγουμε, αν είναι καλά θα τον ελευθερώσουμε, αν όχι, θα αναλάβει τη φροντίδα του ο Κώστας (ο μπαμπάς του Στέφανου).

Κάθε πρωί ο Ρόκο μας ξυπνάει με τις χαρούμενες τρίλιες του. Μέρα με τη μέρα το ρεπερτόριό του αυξάνει. Το αγαπώ αυτό το πουλάκι είναι η πιο χαρούμενη νότα του πρωϊνού ξυπνήματος. Τα παιδιά του συστήνουν τη Φλώρα. Ο Μπαλού είναι πιο ντροπαλός και κρύβεται πάνω στη κληματαριά.

Η Διονυσία έχει πιάσει φιλίες με ένα μυρμήγκι και κάθε μέρα το βάζει στο μπράτσο της και πάνε βόλτα μαζί. ''Αυτό το μυρμηγκάκι είναι φίλος μου'' λέει. Προς θεού δεν παίρνει κάθε μέρα το ίδιο μυρμήγκι, αλλά αυτή έτσι νομίζει. Λέω να μη της το χαλάσω! Έχει τόση μαγεία και ανιμισμό η σκέψη των παιδιών!

Η συνέχεια των ημερολογίων καταστρώματος στο επόμενο post.